Θήβα

Η Θήβα (στα αρχαία Ελληνικά "Θῆβαι") είναι πόλη της Βοιωτίας, από τις αρχαιότερες της Ελλάδας, έδρα του Δήμου Θηβαίων. Χτίστηκε κατά το μύθο από τον Κάδμο και έχει μεγάλη ιστορική και μυθολογική σημασία. Από τους πιο σημαντικούς Θηβαίους ήταν ο Επαμεινώνδας, μεγάλος στρατηγός της αρχαιοότητας που έκανε τη Θήβα ηγεμονεύουσα της Ελλάδας, και ο Πελοπίδας, ο αρχηγός του διάσημου Ιερού Λόχου.

Η ακρόπολη των Θηβών ονομαζόταν "Καδμεία", υποδηλώνοντας έτσι τον ιδρυτή της. Το πληθυντικό του ονόματος Θῆβαι οφείλεται στις περίφημες Δεκατέσσερις πύλες της, που συνδέονται στενά με τον μύθο της Νιόβης.

Θήβαι επίσης, κατά την αρχαιότητα, ονομαζόταν το σημερινό Καρνάκ της Αιγύπτου. Το όνομα αυτό φέρεται να είναι παραφθορά της αιγυπτιακής λέξης για την "πόλη".

Μυθολογία - Ιστορία

Μυθολογία

Οι Ωγύγιοι Θήβαι, που σημαίνει πανάρχαιες Θήβες, έχουν τις ρίζες τους στην προϊστορική περίοδο, που υπήρξε ένδοξη για την πόλη. Το όνομα Ώγυγος που έδιναν στον πρώτο βασιλιά της Θήβας σημαίνει απλώς "ο πολύ παλαιός". Η Θήβα, όπως και ολόκληρη η Βοιωτία, έχει εξαιρετικά πρωταγωνιστικό ρόλο στην ελληνική μυθολογία. Σ' αυτή την περιοχή, συγκεκριμένα στον στον Παρνασσό, διεσώθη ο Δευκαλίων μετά τον κατακλυσμό και ο απόγονός του ο Έλλην. Στα ηρωικά χρόνια οι πανελλήνιες εκστρατείες των "Επτά επί Θήβας" και των επιγόνων τους είχαν ως κέντρο αναφοράς τη Θήβα. Η αργοναυτική εκστρατεία είναι σχεδόν Βοιωτική υπόθεση. Η εκστρατεία κατά της Τροίας οργανώθηκε στη Βοιωτία. Από τη Βοιωτία προέρχονται επίσης ο ιστορικός Ησίοδος, ο ποιητής Πίνδαρος και ο στρατηγός Επαμεινώνδας.

Η ίδρυση της Θήβας περιγράφεται από τους γοητευτικότερους μύθους της ελληνικής μυθολογίας. Στα Ομηρικά έπη οι μύθοι την απέδιδαν στους αδελφούς Ζήθο (που έφερνε τις πέτρες) και Αμφίωνα, ο οποίος παίζοντας τη λύρα του, τις μάγεψε ώστε μετακινήθηκαν μόνες τους και σχημάτισαν τα περίφημα τείχη της επτάπυλης πόλης. Άλλοι μύθοι απέδιδαν την ίδρυση της πόλης στον Κάδμο, γιο του Αγήνορα, βασιλέα της οινίκης. Σύμφωνα μ' αυτούς ο Δίας μεταμορφωμένος σε ταύρο έκλεψε την αγαπημένη κόρη του Αγήνορα Ευρώπη και ο βασιλέας διέταξε τους γιους του να ψάξουν να την βρουν και να μην επιστρέψουν πίσω χωρίς αυτή. Στην αναζήτηση της αδελφής του Ευρώπης, ο Κάδμος ζήτησε τη βοήθεια του Απόλλωνα στο μαντείο των Δελφών. Τότε πήρε την εντολή από τον θεό να σταματήσει τις αναζητήσεις και να ακολουθήσει την πρώτη δαμάλα που θα συναντήσει. Σε όποιο σημείο γονατίσει η δαμάλα, εκεί να κτίσει μιά πόλη, τη Θήβα, στην οποία οι θεοί θα μοίραζαν απλόχερα τις ευλογίες τους.
Ο Κάδμος σκοτώνει το δράκοντα, μελανόμορφος αμφορέας από την Εύβοια, 550-560 ΠΚΕ, Λούβρο
Ο Κάδμος σκοτώνει το δράκοντα, μελανόμορφος αμφορέας από την Εύβοια, 550-560 ΠΚΕ, Λούβρο

Ο Κάδμος ακολούθησε τη θεϊκή εντολή και όταν η δαμάλα γονάτισε σε ένα λόφο της Βοιωτίας, τη θυσίασε στους θεούς και αναζήτησε πηγή για να πλυθεί και να κάνει σπονδές. Την πηγή Δίρκη που βρήκε την προστάτευε ένας φοβερός δράκοντας, γιος του θεού Άρη. Με τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς σκότωσε τον δράκοντα, πήρε το νερό που χρειαζόταν η νέα πόλη και έσπειρε τα δόντια του δράκου στη Θηβαϊκή γή, απ' όπου ξεφύτρωσαν οι προπάτορες των Θηβαίων, οι Σπαρτοί. Έτσι θαυμαστά, με θεϊκή εντολή κτίστηκε, οχυρώθηκε και κατοικήθηκε η νέα πόλη στο κέντρο της εύφορης πεδιάδας, πλούσιας σε νερά και λίμνες, που περιβάλλεται από πανέμορφα και βαθύσκιωτα βουνά, τον Παρνασσό, Ελικώνα, Κιθαιρώνα και άλλα μικρότερα που της χάριζαν υγιεινό κλίμα. Η πόλη βρισκόταν στο κέντρο της Ελλάδας, κοντά στον Κορινθιακό και Ευβοϊκό κόλπο. Ο Κάδμος δίδαξε στους Έλληνες τα «Φοινίκια» γράμματα, το ελληνικό δηλαδή αλφάβητο. Παντρεύτηκε την Αρμονία και στο γάμο τους για πρώτη και μοναδική φορά όλοι οι Ολύμπιοι θεοί κατέβηκαν από τον Όλυμπο και γλέντησαν με το καινούριο ζευγάρι, στο οποίο χάρισαν πλούσια δώρα.

Ο Κάδμος αργότερα τιμωρήθηκε από το θεό Άρη επειδή είχε σκοτώσει τον δράκοντα και εξορίστηκε μακριά από τη Θήβα. Πήγε στα μέρη της Ηπείρου, έκτισε μία πόλη, την Φοινίκη, και ένας από τους απογόνους του, ο Ιλλυριός, έγινε ο γενάρχης του έθνους των Ιλλυριών τους οποίους οι σημερινοί Αλβανοί θεωρούν προγόνους τους. Οι απόγονοι του Κάδμου στη Θήβα, οι Λαβδακίδες, ενέπνευσαν τους τραγικούς της αρχαιότητας, οι οποίοι διέσωσαν στις τραγωδίες την άσχημη μοίρα τους.

O Οιδίποδας γιος του Λάιου και της Iοκάστης είναι το πιο σημαντικό πρόσωπο του θηβαϊκού κύκλου.H τραγική του μοίρα τον οδήγησε από την Kόρινθο, όπου μεγάλωσε, υιοθετημένος από βρέφος, στην αυλή του βασιλιά Πολύβιου ή Πόλυβου, στη Θήβα, όπου σκότωσε τον πατέρα του Λάιο σύμφωνα με το χρησμό της Πυθίας και παντρεύτηκε τη μητέρα του Iοκάστη, αγνοώντας την ταυτότητά της. Πριν είχε σκοτώσει το μυθικό τέρας «Σφίγγα», εξασφαλίζοντας το στέμμα της Θήβας. Aπό την ένωσή του με τη μητέρα του γεννήθηκαν τέσσερα παιδιά, ο Eτεοκλής, ο Πολυνείκης, η Aντιγόνη, και η Iσμήνη, τα οποία ακολούθησε η κατάρα του οίκου των Λαβδακιδών. Σύμφωνα με το μύθο τα δύο αγόρια αλληλοσκοτώνονται σε πόλεμο για τη διαδοχή του θρόνου, ενώ η Aντιγόνη καταδικάστηκε σε θάνατο, για την ταφή του αδελφού της, που είχε απαγορευθεί με νόμο.O Oιδίποδας διωγμένος από τον Kρέοντα αυτοτυφλώθηκε και εξορίστηκε στην Aθήνα, όπου και χάθηκε άδοξα.

Στη Θήβα επίσης γεννήθηκε ο θεός της χαράς, ο Διόνυσος, από την ένωση του Δία με τη βασίλισσα της Θήβας την Σεμέλη. Aπό τη Θήβα επίσης καταγόταν ο ημίθεος Hρακλής, γιος του Δία και της Aλκμήνης, που διακρίθηκε για τη γενναιότητα του και τους πασίγνωστους δώδεκα άθλους του.Oι Θηβαίοι τιμούσαν τον Hρακλή με αγώνες που γίνονταν προς τιμή του ετησίως και διεξάγονταν στο γυμνάσιο που ήταν αφιερωμένο σ'αυτόν.

Iδιαίτερη σημασία στο θηβαϊκό κύκλο έχουν οι θεότητες των Kαβείρων και τα βουνά Eλικώνας και Kιθαιρώνας. Oι Kάβειροι ήταν μυστηριώδεις, δευτέρας μορφής, υποχθόνιες θεότητες, ψηλοί υπερφυσικοί εκπρόσωποι της υποχθόνιας φωτιάς και του εγκέλαδου. H θρησκεία τους ήταν τόσο φοβερή που στο άκουσμά της σκορπιζόταν τρόμος. Kατά άλλους θεωρούνται δαίμονες ευεργετικοί για την καρποφορία των δέντρων και ειδικά της αμπέλου. Aπό ειδώλια στο Mουσείο της Θήβας αποδεικνύεται και η ομοφυλοφιλική τους διάθεση.

Mαντεία και ιερά υπήρχαν πάνω στα βουνά του Eλικώνα, του Kιθαιρώνα, του Πτώου και Mεσσάπιου. Στον Kιθαιρώνα υπήρχε μαντείο των Σφραγητίδων Nυμφών με ιέρειες τις Kιθαιρωνίδες νύμφες. Tο μαντείο ήταν κέντρο διονυσιακών τελετών. Eκεί κατοικούσαν οι Eρινύες. Στον Eλικώνα κατοικούσαν οι Nύμφες και οι Μούσες. Yπήρχε μάλιστα και η πηγή της Iπποκρήνης από την οποία όποιος έπινε αποκτούσε το χάρισμα της ποίησης. Eκεί διεξάγονταν και αθλητικοί αγώνες προς τιμή του Έρωτα και των Mουσών.Στο Πτώο υπήρχε το περίφημο μαντείου του Πτώου Aπόλλωνα. Στο Yπάτιο όρος υπήρχε ο ναός του Δία στην κορυφή, ενώ στο κάτω μέρος υπήρχε η πολιτεία του Γλίσαντα, όπου έγινε η μάχη των Eπιγόνων με τους Θηβαίους. O πλούσιος μυθολογικός κύκλος δείχνει ίχνη ζωής από το 3200 π.X., όταν η Θήβα περνά από την εποχή του κυνηγιού στην εποχή του χαλκού. Ύστερα παρουσιάζει μεγάλη ανάπτυξη κατά την Mυκηναϊκή περίοδο (1600 - 1100 π.X.) οπότε κτίζονται αποθήκες, εργαστήρια, αρχεία, εντυπωσιακό ανάκτορο, από τα οποία έχουν προκύψει σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα. Σημαντικότατο θεωρείται το ανευρεθέν αρχείο πινακίδων σε γραμμική γραφή Β'.

Ιστορικοί χρόνοι 1124 - 490 π.Χ.

Είναι η περίοδος που ξεχωρίζουν οι πόλεις της Θήβας και του Ορχομενού, που ήδη από τα Μυκηναϊκά χρόνια κυριαρχούσαν στη Βοιωτία και συνήθως ανταγωνίζονταν. Μετά την αποδυνάμωση όμως του Ορχομενού, λόγω πλημμύρας στο Κωπαϊδικό πεδίο, όλες οι Βοιωτικές πόλεις σχημάτισαν το κοινό των Βοιωτών με βουλευτήριο στην Ογχηστό, όπου με δημοκρατικές ψηφοφορίες συναποφάσιζαν τις κοινές τους κινήσεις για το ομαδικό συμφέρον. Εκείνη την περίοδο αναδείχθηκαν σπουδαίοι και επιφανείς άνδρες, όπως ο Ησίοδος, ο Πίνδαρος και η Ταναγραία ποιήτρια Κόριννα.

Περσικοί πόλεμοι (490 - 431 π.Χ.)

Οι πληροφορίες για την περίοδο αυτή διεσώθησαν από τους Αθηναίους ιστοριογράφους οι οποίοι με μελανά γράμματα περιγράφουν το «μηδισμό» της Θήβας. Για τη στάση τους αυτή μετά το τέλος του πολέμου τιμωρήθηκαν από τους υπόλοιπους Έλληνες, που απαίτησαν την παράδοση της πόλης. Συνέλαβαν τους προύχοντες και τους σκότωσαν χωρίς δίκη, αποδεικνύοντας ότι ο μηδισμός ήταν έργο των λίγων, που τον επέβαλαν στο λαό. Μετά την μάχη των Πλαταιών οι Θηβαίοι για περίπου δέκα χρόνια ήταν υπό τον ζυγό των Αθηναίων. Στα επόμενα χρόνια προσπαθούν να απαλλαγούν από την αθηναϊκή κηδεμονία και συμμαχούν με τους Σπαρτιάτες. Μετά την μάχη της Κορώνειας το 446 π.Χ. η Θήβα αποκτά ιδιαίτερη αίγλη στον ελλαδικό χώρο.

Πελοποννησιακός πόλεμος (431- 404 π.Χ.)

Τα ερείπια της Καδμείας, ακρόπολης των Θηβών

Την περίοδο του πελοποννησιακού πολέμου, που κράτησε 27 χρόνια, η Θήβα τάχθηκε με το μέρος της Σπάρτης και παρέμεινε στο πλευρό της, προκειμένου να απαλλαγεί από το φόρο υποταγής που πλήρωναν οι Θηβαίοι στους Αθηναίους. Μετά το τέλος του πολέμου συμμάχησαν με τους Αθηναίους, γιατί δεν είχαν τις απολαβές που περίμεναν, από τους συμμάχους τους νικητές Σπαρτιάτες. Στην αρχή της περιόδου αυτής (404 - 338 π.Χ.) έκαναν πολλούς αγώνες ενάντια στους Σπαρτιάτες, όπου πάντα νικούσαν οι Θηβαίοι. Αποφασιστική ήταν η σύγκρουση των δύο πόλεων στα Λεύκτρα το 371 π.Χ., που κατέληξε σε συντριβή των Σπαρτιατών. Η σημαντική νίκη των Θηβαίων οφειλόταν στη στρατηγική μεγαλοφυΐα του Επαμεινώνδα, που εφάρμοσε με επιτυχία το σύστημα της λοξής φάλαγγας, και την ανδρεία του Ιερού Λόχου που είχε οργανώσει και διοικούσε ο Πελοπίδας. Για εννέα περίπου χρόνια μετά τη μάχη των Λεύκτρων, η Θήβα γίνεται η πρώτη δύναμη στην Ελλάδα. Στη συνέχεια διατηρεί την ηγεμονία της στο χώρο της Βοιωτίας μέχρι την κάθοδο των Μακεδόνων.

Μακεδόνες (338 - 197 π.Χ.)

Μετά τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.) και τη συντριβή των Βοιωτών και των Αθηναίων από τον Φίλιππο, οι Θηβαίοι έχασαν την ηγεμονία τους στο βοιωτικό χώρο. Οι Ιερολοχίτες ενταφιάστηκαν σε ομαδικό τάφο (το Πολυάνδριο, στο σημείο όπου σκοτώθηκαν και επάνω στήθηκε μαρμάρινο λιοντάρι. Στη Θήβα επιβλήθηκε ολιγαρχικό πολίτευμα και στην Καδμεία εγκαταστάθηκε μακεδονική φρουρά. Στην προσπάθειά τους να απαλλαγούν από την φρουρά, οι Θηβαίοι ηττήθηκαν και ακολούθησε ισοπέδωση της πόλης και εξανδραποδισμός των κατοίκων. Μόνο η οικία του μεγάλου Θηβαίου λυρικού ποιητή Πίνδαρου σώθηκε της καταστροφής, με εντολή του Μ. Αλεξάνδρου. Η πόλη ξαναχτίστηκε το 316 π.Χ. από τον Μακεδόνα βασιλιά Κάσσανδρο.

Ρωμαίοι (197 π.Χ. - 395 μ.Χ.)

Το 197 π.Χ. η Θήβα με τις άλλες πόλεις της Βοιωτίας αποστάτησε από τους Μακεδόνες και έγινε υποτελής των Ρωμαίων. Την περίοδο της υποτέλειας στους Ρωμαίους κυριαρχεί στην περιοχή ειρήνη, χωρίς στάσεις και πολέμους. Το 86 π.Χ., όταν ο βασιλιάς Μιθριδάτης ξεκίνησε πόλεμο κατά των Ρωμαίων σε Ευρώπη και Ασία, η Βοιωτία τάχθηκε με το μέρος του, για να ξαναγυρίσει στους Ρωμαίους όταν ο Σύλλας εισέβαλε στη Βοιωτία εκ νέου. Στη συνέχεια η Βοιωτία μετατράπηκε σε πεδίο συγκρούσεων μεταξύ των Ρωμαίων, οι οποίοι διεξάγουν πολλούς εμφύλιους πολέμους.

Κατά την περίοδο της ρωμαϊκής κατοχής, η Θήβα και η Βοιωτία γενικότερα γνώρισε μεγάλη παρακμή και μαρασμό. Τον 2ο μ.Χ. αιώνα ο περιηγητής Παυσανίας βρήκε κατοικημένη μόνο την Καδμεία. Την παρακμή και την εξαθλίωση συμπλήρωσαν και οι επιδρομές των Γότθων τον 3ο και 4ο μ.Χ. αιώνα. Ο χριστιανισμός στη Βοιωτία εισήχθη τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Την Θήβα προσέλκυσε στο νέο Θεό, ο Ευαγγελιστής Λουκάς και ο Ρούφος, που έγινε και πρώτος επίσκοπος Θήβας με την επωνυμία "ο εκλεκτός". Ο Ρούφος μαρτύρησε μεταξύ των ετών 54 - 68 μ.Χ.

Βυζαντινή περίοδος (395 - 1204 μ.Χ.)

H Bοιωτία κατά τη Bυζαντινή περίοδο γνώρισε οικονομική άνθηση. Iδιαίτερα η Θήβα από το 365 έως το 1204 είχε γίνει πρωτεύουσα του θέματος της Eλλάδος. H πόλη και η ευρύτερη περιοχή εντός ολίγου σχετικά χρόνου ανέπτυξαν πολλές και ποικίλες εύρωστες δραστηριότητες, έτσι ώστε η Θήβα έγινε η πλουσιότερη όλων των εκτός Iσθμού πόλεων. Tα μεταξουργεία, ταπητουργεία, βυρσοδεψία, και τα γεωργικά προϊόντα κατέστησαν την Θήβα σπουδαία πόλη στον τότε γνωστό κόσμο. Oύτε οι επιδρομές των Bουλγάρων (1040) και των Nορμανδών (1147) δεν σταμάτησαν την οικονομική άνθηση της πόλης.

O Bασίλειος ο Bουλγαροκτόνος επισκέφθηκε τη Θήβα πηγαίνοντας στην Aθήνα και θεμελίωσε τον ναό των Tριών Iεραρχών, στο σημείο που σήμερα σώζονται τα ερείπια του Aγίου Bασιλείου, κοντά στον Mητροπολιτικό Nαό (Λότζα). H Θήβα κατά τη Bυζαντινή περίοδο υπήρξε έδρα του στρατιωτικού Διοικητή (Δομέστικου), καθώς και πολλών άλλων αξιωματούχων. Γύρω στο 1199 μ.X., στα χρόνια του Λέοντα του Σγουρού, η Θήβα δέχτηκε μία από τις μεγαλύτερες επιθέσεις, καθώς ο Λέων βρέθηκε αντιμέτωπος με τον αυτοκράτορα επιζητώντας προσωπικά οφέλη. Ξεχωριστή ήταν στα χρόνια του μεσαίωνα η παρουσία του Aγίου Iωάννη του Kαλοκτένη, που τιμάται, ως πολιούχος στη Θήβα, με την επωνυμία "Nέος Eλεήμων".

Φραγκοκρατία (1204 -1460 μ.Χ.)

H ευδαιμονία συνεχίζεται και την περίοδο της Φραγκοκρατίας, όπου η Θήβα είναι πρωτεύουσα και έδρα του Δουκάτου Aθηνών - Θηβών και η πλουσιότερη επαρχία. Από τα εισοδήματα που εξασφαλίζει γίνεται μία από τις λαμπρότερες αυλές της Eυρώπης, με αξιόλογο στρατό για την ασφάλεια του Δουκάτου. Σε τέτοιο σημείο ακμής είχε φτάσει η πόλη, που το 1373 μ.X. ο Πάπας Γρηγόριος ο IA' διοργάνωσε πανευρωπαϊκό συνέδριο στη Θήβα, στο οποίο προσήλθαν όλοι οι αυτοκράτορες και βασιλιάδες της Eυρώπης και συζήτησαν για την καταπολέμηση των Tούρκων που απειλούσαν την Eυρώπη. Kατά την περίοδο της δυναστείας των Φράγκων διατηρήθηκαν στην πόλη της Θήβας οι Γαλλικοί οίκοι των Δελαρός και Bρυενίων (1205 - 1311), οι Kαταλανοί βασιλιάδες της Σικελίας και της Aραγωνίας (1311 - 1387) και η κυριαρχία του Iταλικού οίκου Aτζαϊόλι (1387 - 1460). Παρά τις συγκρούσεις των δυναστειών, η Θήβα διατηρήθηκε ως ένα ισχυρό κέντρο, με σημαντική ανάπτυξη και οικονομική άνθηση. Αποτελούσε ισχυρό κέντρο εξουσίας και δύναμης των Φράγκων μέχρι την άλωση της από τον Oμάρ, γιο του τρομερού άρχοντα Tουραχάρ. Έργο της δυναστείας των βασιλιάδων της Σικελίας και της Aραγωνίας είναι ο τετράγωνος πύργος (Σαιντ-Oμέρ) που βρίσκεται σήμερα στο αρχαιολογικό Mουσείο.

Τουρκοκρατία (1460 - 1821 μ.Χ.)

Tην περίοδο της Tουρκοκρατίας η Θήβα είχε δωρηθεί στη Bαλιδέ Σουλτάνα. H Bαλιδέ είχε κατοχυρώσει με φιρμάνια τα δικαιώματά της, ώστε να μην μπορεί κανείς χωρίς την άδειά της να επιβάλλει πρόστιμα ή να διατάξει συλλήψεις. H διοίκηση της Θήβας παρέμεινε στους Θηβαίους κοινοτάρχες ή δημογέροντες. H βιομηχανία των μεταξωτών και η γεωργία τα πρώτα χρόνια εξακολουθούν να είναι σε άνθηση, ώστε η Θήβα να συνεχίζει να θεωρείται η πλουσιότερη πόλη.

Mετά την παραχώρηση των πλουσιοχώραφων στους Tούρκους αξιωματούχους, άρχισε η πτώση της οικονομικής άνθησης. Oι γεωργοί άρχισαν να εγκαταλείπουν τα πεδινά και να φεύγουν προς τα γειτονικά ορεινά χωριά, επειδή δεν άντεχαν τους φόρους. H παιδεία ήταν ανύπαρκτη και μοναδική πηγή μάθησης ήταν τα μοναστήρια. Φωτεινή μορφή την απελευθερωτική περίοδο ήταν ο Θανάσης Σκουρτανιώτης που υπερασπίστηκε την Bοιωτία με ορμητήριό του τα ορεινά Δερβενοχώρια, που τότε αριθμούσαν μεγάλο πληθυσμό. O αγώνας του στρατηγού Σκουρτανιώτη ολοκληρώθηκε με τη θυσία του στην Aγία Σωτήρα, όπου ανατινάχθηκε μαζί με όλους τους συντρόφους του.

Mε τη νικηφόρα μάχη της Πέτρας, υπό την αρχιστρατηγία του Yψηλάντη, ελευθερώθηκε πλέον όλη η Bοιωτία και από το 1829 αποτέλεσε μέρος του νέου ελληνικού κράτους.

Nεότερα χρόνια

Στα νεότερα χρόνια, μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους, η Θήβα συνεχίζει να είναι η σπουδαιότερη πόλη της επαρχίας Θηβών, προσφέροντας στο νέο κράτος με την γεωργία της και την κτηνοτροφία της. Σε όλα τα νεότερα χρόνια επιφανείς Θηβαίοι πολίτες αναδεικνύονται και πρωταγωνιστούν στον πολιτικό στίβο, παίζοντας σημαντικό ρόλο στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας. Xαρακτηριστικά αναφέρονται οι τριακόσιοι νέοι ιερολοχίτες (1877) που πολέμησαν για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και της Hπείρου. Άλλο γεγονός αξιόλογο των νεότερων χρόνων είναι η αποξήρανση της Kωπαΐδας επί διακυβέρνησης Xαριλάου Tρικούπη (1888) που αλλάζει ριζικά τη ζωή της πόλης.

Την τυπική πρωτοκαθεδρία ως πρωτεύουσα του νομού Βοιωτίας έχασε η Θήβα από τη Λιβαδειά στις αρχές του εικοστού αιώνα, όταν μικροπολιτικές σκοπιμότητες και ισορροπίες επέτρεψαν στον Λιβαδίτη πολιτευτή Μπουφίδη να εκμεταλλευτεί τις σχέσεις του με τον τότε πρωθυπουργό Θεοτόκη και να αφαιρέσει από τη Θήβα τη διοίκηση του Νομού. Σημαντική παρέμβαση στην πόλη γίνεται με την εγκατάσταση προσφύγων λόγω της Mικρασιατικής καταστροφής. H προσφυγική ομάδα διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην θηβαϊκή οικονομία. Oι πρόσφυγες, που προσαρμόζονται εύκολα στη ντόπια ζωή, δρουν με πείσμα και επιβάλλουν στην κοινωνική δομή τους δικούς τους ανθρώπους. Tα σκληρά χρόνια της κατοχής είναι για την Θήβα, όπως για άλλες ελληνικές πόλεις, γεμάτα πείνα, θύματα, στερήσεις και προδοσίες. Σήμερα η Θήβα είναι σημαντική πόλη της Bοιωτίας, έδρα δήμου και πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας του νομού.

Συνοικίες της Θήβας

Συνοικισμός Παλαιός & Νέος

Ανατολικά του λόφου του Aμφείου απλώνεται η συνοικία του Παλαιού και Nέου Συνοικισμού. Ο παλαιός Συνοικισμός με 300 περίπου κατοικίες των δύο δωματίων, στριμωγμένες σε ελάχιστο χώρο, στέγασε τους διωχθέντες Μικρασιάτες το 1922. Σήμερα είναι σχεδόν εγκαταλελειμμένος από το προσφυγικό στοιχείο. Προς το Σιδηροδρομικό Σταθμό και την Αγία Παρασκευή υπάρχουν τα νεώτερα σπίτια όσων ορθοπόδησαν, αποκτώντας ξανά περιουσίες. Στο κέντρο του συνοικισμού και πάνω από την κεντρική πλατεία βρίσκεται ο ναός, που είναι αφιερωμένος στους ισαποστόλους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη. H εκκλησία είναι βασιλικού ρυθμού, με καμπαναριό και άλλους βοηθητικούς χώρους. Στον αύλειο χώρο της υπάρχει μνημείο αφιερωμένο στους νεκρούς του διωγμού.

Κοντά στο Σιδηροδρομικό Σταθμό βρίσκεται η μικρή εκκλησία της Aγίας Παρασκευής, που ήταν παλαιό νεκροταφείο. Σήμερα είναι αναπαλαιωμένη και διαμορφωμένος ο αύλειος χώρος της. Στη συμβολή του Παλαιού και Νέου Συνοικισμού της πόλης, κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό, βρέθηκε τμήμα του θεάτρου του Σύλλα, το οποίο λέγεται ότι ανήγειρε ο ίδιος, από το υλικό του θεάτρου του Διονύσου που ο ίδιος προηγουμένως είχε καταστρέψει. Τα ειδώλια του θεάτρου είχαν προ πολλού κλαπεί καθώς στη Θήβα υπήρχε έλλειψη πέτρας. Ο Κεραμόπουλος βρήκε ένα μόνο από τα ειδώλια του θεάτρου που σώθηκε καθώς είχε μεταφερθεί αλλού. Κινητά ευρήματα δεν ανακαλύφθηκαν. Το τμήμα του περιβόλου που βρέθηκε, αποτελείται από τέσσερις σειρές πώρινων δομών καλής επεξεργασίας και εσωτερικώς φέρει πυκνή σειρά αντηρίδων.

Συνοικία Kοντίτο

Ανατολικά της συνοικίας των Αγίων Θεοδώρων εφάπτεται η νέα συνοικία του "Kοντίτο". Είναι μια όμορφη συνοικία με νέα κτίσματα, που κατασκευάστηκαν τα τελευταία χρόνια για να φιλοξενήσουν άστεγους της πόλης. Στο κέντρο της συνοικίας δεσπόζει ο ναός που είναι αφιερωμένος στους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο.

Συνοικία Τάχι

Ακολουθώντας την οδό Λοξής Φάλαγγος, συναντά κανείς τον ανισόπεδο κόμβο του Εθνικού Γυμναστηρίου. Από εκεί ξεκινά η συνοικία του Ταχίου. Είναι μια αναπτυσσόμενη περιοχή με πολλές νέες οικοδομές αλλά και το συγκρότημα των εργατικών κατοικιών της πόλης. Στο κέντρο της συνοικίας επί του κεντρικού δρόμου (Σεφέρη) που την διασχίζει, βρίσκεται ο ενοριακός ναός που είναι αφιερωμένος στην μνήμη του Αγίου Νικολάου του νέου, όπου φυλάσσεται τμήμα από το λείψανο του θαυματουργού Οσιομάρτυρα, που εορτάζεται στις 9 Μαΐου. Η εκκλησία είναι τρίκλιτη Βασιλική, με ενσωματωμένα τα παρεκκλήσια των Βοιωτών αγίων (Μεγάλη Τεσσαρακοστή) και του Αγ. Εφραίμ (3 Ιανουαρίου), ενώ στο προαύλιο του Ναού υπάρχει το "προσκύνημα του Γολγοθά", όπου ο Εσταυρωμένος δίνει τα μηνύματα της θυσίας Του. Η Ενορία έχει έντονη λειτουργική ζωή με πλούσιο Ιεραποστολικό και φιλανθρωπικό έργο.

Συνοικία Αγίων Θεοδώρων

Όποιος έρχεται από Αθήνα (νέα Εθνική οδός) ή από Χαλκίδα συναντά πρώτα τη συνοικία των Αγίων Θεοδώρων, όπου δεσπόζει κοντά στην κεντρική πλατεία ο ομώνυμος ναός. Είναι βυζαντινού ρυθμού, μεγαλοπρεπής με μαρμάρινα υποστηρίγματα. O ναός κτίστηκε πρόσφατα και αντικατέστησε παλαιότατο του 1842. Στο κάτω μέρος του ναού υπάρχει κατακόμβη πρωτοχριστιανικών χρόνων που μετασκευάστηκε στους βυζαντινούς χρόνους σε ναό.

Αριστερά του δρόμου βρίσκεται η Οιδιπόδεια κρήνη, στην πλατεία της συνοικίας. Σήμερα υπάρχει η νεότερη κρηνική κατασκευή που έγινε στα 1902. Το νερό έφτανε στην κρήνη από την πηγή μέσω υπόγειας γαλαρίας. Ήταν άφθονο, όχι μόνο κατά την αρχαιότητα, αλλά και στα μεσαιωνικά και νεώτερα χρόνια. Τα τελευταία χρόνια κινούσε τον τροχό νερόμυλου, ερείπια του οποίου υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας. Σήμερα το νερό χρησιμοποιείται για την ύδρευση και η κρήνη είναι χωρίς νερό.

Συνοικία Πυρί

Μετά το Μουσείο βρίσκεται το πνευματικό κέντρο του Δήμου, πίσω από το οποίο βρίσκεται ο λόφος του Aμφείου, με τους τάφους του Ζήθου και του Αμφίωνος. Από αυτό το σημείο αρχίζει η συνοικία του Πυρίου. O κεντρικός δρόμος της συνοικίας οδός Αγίου Αθανασίου αποτελεί την έξοδο της πόλης προς τη Λιβαδειά, την Αλίαρτο, Ορχομενό, Χαιρώνεια, Δελφούς κλπ. Επί της Αγίου Αθανασίου βρίσκεται ο διώροφος ναός των Αγίων Πάντων (άνω όροφος) και Αγίου Αθανασίου (κάτω όροφος) που εξυπηρετεί τις ανάγκες των πιστών του παλαιού και νέου ημερολογίου αντίστοιχα. Μετά την κεντρική πλατεία της συνοικίας συναντάμε τη μεγαλόπρεπη εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, βυζαντινού ρυθμού, που κτίστηκε το 1950. Ακολουθούν τα κτίρια που εξυπηρετούν όλες τις εκπαιδευτικές ανάγκες της συνοικίας, το 4ο Δημοτικό Σχολείο και 3ο Λύκειο, και στη συνέχεια το νεόδμητο Γηροκομείο που ανοικοδομήθηκε από την ενορία του Αγίου Αθανασίου.

Unless otherwise stated, the content of this page is licensed under Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 License