[Ο Γιώργος Μητάς] Γεννήθηκε στη Λιβαδειά το 1966. Σπούδασε Βιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στο Πανεπιστήμιο του Χαλ (ΗυΙΙ). Το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο «Ιστορίες του Χαλ», κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2011 και του χάρισε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω». Η νουβέλα «Το σπίτι» (εκδ. Κίχλη) που κυκλοφόρησε πρόσφατα, είναι η δεύτερη συγγραφική του προσπάθεια, συνδυάζοντας στοιχεία ιστορίας, μυστηρίου αστυνομικής πλοκής, ψυχολογικού θρίλερ αλλά και στοιχεία της λογοτεχνίας του φανταστικού, μιλάει για την περιπέτεια της γραφής, για τη γοητεία που ασκεί, αλλά και τους κινδύνους που ενέχει.
Ποια βιβλία έχεις αυτόν τον καιρό πλάι στο κρεβάτι σου;
Το «Βερολίνο - Η πτώση 1945» του A. Beenor, τα «Ποιήματα» του Χ.Λ. Μπόρχες στην αναθεωρημένη μετάφραση του Δ. Καλοκύρη (μια σύντομη περιήγηση στις σελίδες του, το βράδυ, πριν από την κατάκλιση, αρκεί για να ξεπλύνει την τύρβη ολόκληρης της ημέρας), το «Ενυδρείο» του Γιώργου Κουτσούκου (που αποκαλύπτει επιπλέον αρετές στη δεύτερη ανάγνωση, με κυριότερες το χιούμορ και τη λεπτοδουλεμένη, καίρια γλώσσα) και τη «Διαθήκη της Μαρίας» του Colm Toibin - το Κατά Μαρίαν Ευαγγέλιον του σημαντικού Ιρλανδού συγγραφέα, η ανάγνωση του οποίου προσφέρει ατόφια λογοτεχνική απόλαυση.
Ποιος ήρωας/ηρωίδα θα ήθελες να είσαι και γιατί;
Δύσκολη ερώτηση… θα επέλεγα τον Χίθκλιφ, μόνο και μόνο για να ζήσω τον «δαιμονικό» έρωτα της Κάθριν Ερνσο!
Με ποιον συγγραφέα θα ήθελες να δειπνήσεις;
θα μπορούσα να στείλω πολλές προσκλήσεις σε ζώντες, αλλά, κυρίως, τεθνεώτες συγγραφείς, αν είχα τη δυνατότητα. Η πρώτη από αυτές θα απευθυνόταν πιθανότατα στον Χένρι Τζέιμς. Το εστιατόριο θα ήταν στο Λονδίνο ή στη Βοστώνη, θα υπήρχε κόκκινο κρασί στο τραπέζι, κι εγώ θα ήμουν όσο πιο σιωπηλός γίνεται… Αν η πρόσκλησή μου απορριπτόταν, η επόμενη θα έφερε το όνομα του Ανδρέα Εμπειρικού.
Ποιο ήταν το τελευταίο βιβλίο που σε έκανε να θυμώσεις;
Δεν θυμώνω εύκολα με τα βιβλία, θύμωσα όμως με τη μετάφραση έργου γνωστού Σκανδιναβού συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων, η ποιότητα της οποίας με ανάγκασε να εγκαταλείψω την ανάγνωση. Είχα πιστέψει πως οι μέρες των (τόσο) κακών μεταφράσεων έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.
Και το τελευταίο που σε συγκίνησε;
Το «Minima Memorialia» του Αγγέλου Ελεφάντη και το «Οι μνήμες με βλέπουν» του
Tomas Transtromer.
Ποιο είναι το χειρότερο βιβλίο που έχεις διαβάσει;
Προσπαθώ να είμαι προσεκτικός στις επιλογές μου και να αποφεύγω τις… κακοτοπιές. Παρ’ όλα αυτά: από τις αναγνώσεις των τελευταίων χρόνων, πρώτη μού έρχεται στο μυαλό η αποτυχημένη απόπειρα να διαβάσω Νταν Μπράουν. Το «Ψηφιακό οχυρό» είναι ένα τόσο άτεχνο, τόσο κακογραμμένο βιβλίο που, όσο κι αν προσπάθησα, ορμώμενος από ένα αίσθημα αναγνωστικής διαστροφής και νοσηρής περιέργειας, να φτάσω ως το τέλος, τελικό δεν τα κατάφερα.
Βιοπορίζεσαι από εντελώς διαφορετική δουλειά. Τι διαφυγή σού δίνει π γραφή;
Η γραφή δεν μου προσφέρει διαφυγή. Η επιθυμία της γραφής -που γεννήθηκε όταν ήμουν παιδί- έμεινε ζωντανή για δεκαετίες και, όταν πραγματοποιήθηκε, μου χάρισε μία από τις πιο συναρπαστικές εμπειρία της ζωής μου - και έναν ολοκαίνουργιο δρόμο να πορευθώ. Η πρόκληση τώρα είναι το ταίριασμα της επαγγελματικής, επιστημονικής μου ιδιότητας με αυτήν του συγγραφέα.
Πώς αισθάνθηκες ως πρωτοεμφανιζόμενος και βραβευμένος;
Πάρα πολύ χαρούμενος!
Αναδημοσίευση από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 02/11/2014