Κάστρο Λιβαδειάς

Αναδημοσίευση από τον Καστρολόγο


Σε ένα λόφο ύψους 240 μέτρων νότια από την πόλη της Λιβαδειάς, στο λόφο με το εκκλησάκι της Αγίας Σοφίας, βρίσκεται το κάστρο της Λιβαδειάς.


Πρόκειται για πανάρχαιο κάστρο που ανακατασκευάστηκε από τους Βυζαντινούς και αργότερα από τους Φράγκους. Τη σημερινή του μορφή, ως επί το πλείστον, την απέκτησε όταν στην περιοχή επικράτησαν οι Καταλανοί, γι αυτό θεωρείται ότι είναι ένα από τα τέσσερα Καταλανικά κάστρα που σώζονται στην Ελλάδα.

Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία

Η περιοχή του βραχώδους λόφου του Κάστρου, που ορθώνεται άγριος και απότομος μέσα στο φαράγγι της Έρκυνας και γύρω από τις μαγευτικές πηγές του ποταμού που ξεπηδούν στα πόδια του, είχε ενδεχομένως κατοικηθεί κατά την Πρωτοελλαδική εποχή, όπως φαίνεται από όστρακα της περιόδου αυτής που βρέθηκαν κατά τις πρόσφατες ανασκαφές στο χώρο της βορειοανατολικής γωνίας των οχυρώσεων. Στους ιστορικούς χρόνους στο χώρο αυτό υπήρχε το περίφημο Μαντείο του Τροφωνίου. Ο χώρος του Μαντείου και ο τρόπος χρηστηριασμού των πιστών περιγράφεται από τον πολύτιμο περιηγητή του 2ου μ.χ αιώνα, Παυσανία και από άλλους αρχαίους συγγραφείς.

Η περιοχή έχει δραστικά αλλάξει από την Αρχαιότητα εξ αιτίας της οικοδομικής δραστηριότητας των κατοπινών αιώνων. Το ίδιο το Μαντείο, που βρισκόταν πιθανώς στο χώρο του Κάστρου, δεν έχει ακόμη εντοπισθεί. Οι λαξευμένες στον απότομο βράχο κόγχες για την τοποθέτηση αναθημάτων και ίσως και για ιεροπραξίες και το προερχόμενο από αρχαία κτίρια οικοδομικό υλικό που έχει χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή του μεγάλου οχυρώματος - προμαχώνα της βορειοανατολικής γωνίας του Κάστρου είναι τα μόνα ορατά σημεία λείψανα των ναών και των άλλων μικρών και μεγάλων οικοδομημάτων που κοσμούσαν το παρόχθιο Ιερό Άλσος. Η ίδια η αρχαία πόλη των κλασικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων εκτεινόταν στην πεδινότερη περιοχή, εκατέρωθεν της σημερινής κεντρικής εμπορικής οδού της Λιβαδειάς. Φαίνεται ότι η πόλη, στην ελληνιστική ιδίως περίοδο, είχε σημαντική έκταση.

Ιστορία

Τα κατώτερα τμήματα του μεγάλου οχυρώματος του πύργου της ΒΑ γωνίας του Κάστρου, χτισμένα αποκλειστικά με υλικό που προέκυψε από την κατεδάφιση των παρακειμένων αρχαίων κτιρίων, ανήκουν πιθανώς σε μια οχύρωση του λόφου που θα μπορούσε με επιφύλαξη να χρονολογηθεί στη διάρκεια της βασιλείας του Ιουστινιανού, περίοδο που, όπως είναι γνωστό, εφαρμόσθηκε ένα ευρύτατο πρόγραμμα ανοικοδόμησης τειχών πόλεων και φρουρίων. Δεν έχουν εντοπισθεί προς το παρόν λείψανα της πρώτης αυτής οχυρώσεως σε άλλα σημεία του περιβόλου του Κάστρου.

Αργότερα, κατά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο, με την ανασυγκρότηση της Αυτοκρατορίας, μετά τις καταστροφές και την ερήμωση που έφεραν οι διάφορες επιδρομές, στο πλαίσιο μιας γενικής αναδιοργάνωσης, λειτούργησε ένα δίκτυο από οχυρωμένες πόλεις, τα «κάστρα».
Τμήματα του εξωτερικού περιβόλου του κάστρου της Λιβαδειάς ανήκουν στην περίοδο αυτή. Η ακριβής χρονολόγησή του δεν είναι εύκολη. Στην περιοχή της ΒΑ γωνίας φαίνεται ότι όταν ξαναχτίστηκε το νέο οχύρωμα του τείχους αυτού, το παλαιότερο οχύρωμα ήταν ήδη κατεστραμμένο, πιθανότατα μάλιστα, είχε μεσολαβήσει μια περίοδος εγκατάλειψης. Οι τοιχοποιίες της περιόδου είναι από αργολιθοδομή και τεμάχια πλίνθων και ενισχυμένες με ξυλοδεσιές κρυμμένες πίσω από απλές ζώνες πλίνθων. Το τείχος προφανώς προστάτευε την οχυρωμένη πόλη, έξω από την οποία φαίνεται ότι αναπτύχθηκε στη συνέχεια ένα ανοχύρωτο προάστιο.
Στο ψηλότερο σημείο του οχυρωμένου χώρου πρέπει να υποθέσουμε ότι βρισκόταν η ακρόπολη, από το περίβολο της οποίας, όμως, δεν έχουν προς το παρόν εντοπισθεί κάτι σίγουρο.

Κατά τον Schluberger, στο κάστρο της Λιβαδειάς σταμάτησε για λίγο ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος, κατά την κάθοδό του στο Ελληνικό Θέμα, το 1018.

Φραγκοκρατία

Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους της 4ης Σταυροφορίας το 1204, αρχίζει η μακρά περίοδος της Φραγκοκρατίας στις περισσότερες περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Λιβαδειά και η περιοχή της ήταν τμήμα του Δουκάτου των Αθηνών του Όθωνα Δελαρός (de la Roche). Ιδιαίτερη σημασία απέκτησε η πόλη κατά τη διάρκεια της Καταλανικής κυριαρχίας στο Δουκάτο, μετά τη μάχη της Κωπαϊδας.

Στις 15 Μαρτίου του 1311, στη μάχη της Κωπαίδος , οι Καταλανοί νικητές των Φράγκων έγιναν κυρίαρχοι της περιοχής. Τότε είναι που η Λιβαδειά αναδεικνύεται από δευτερεύον κάστρο σε σημαντική καστροπολιτεία. Οι Καταλανοί θεωρούνται οι κατασκευαστές του Κάστρου της Λιβαδειάς στη μορφή που διασώζεται σήμερα.

Το Κάστρο, μαζί με το βυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Σοφίας που βρίσκεται μέσα σε αυτό, είχε για τους Καταλανούς και άλλη ξεχωριστή σημασία. Φυλαγόταν εδώ η Ιερή Κάρα του Αγίου Γεωργίου, «κεφαλή, προστάτις και μεσίτρια» των βασιλιάδων του Αραγωνικού Οίκου.

Στα 1430, στο Κάστρο, οι Καταλανοί, αντιστέκονται πεισματικά στις επιθέσεις των Ναβαρραίων (σ.σ: άλλη μία ισπανική εταιρεία μισθοφόρων), αλλά τελικά υποκύπτουν προδομένοι από έναν Έλληνα του Δυρραχίου (Rotari Gascó de Durazzo).

Το 1460 το κάστρο και μαζί η Λιβαδειά περιέρχονται στην κυριαρχία του Μωάμεθ Β’ και των Τούρκων.

Τουρκοκρατία

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας η πόλη της Λιβαδειάς γνώρισε βαθμιαία ανάπτυξη που κατέληξε στη μεγάλη ακμή των τελευταίων προεπαναστατικών χρόνων. Αν και συγκεκριμένα ιστορικά στοιχεία για το κάστρο δεν μας είναι γνωστά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εκεί έδρευε η φρουρά της πόλης, ενώ φαίνεται ότι ο εξωτερικός περίβολός του ήταν κατοικημένος ως τα τελευταία χρόνια της περιόδου. Η γενική μορφή των οχυρώσεων δεν άλλαξε. Φαίνεται, ωστόσο, ότι έγιναν αρκετές επισκευές τους. Αρκετά μεγάλα τμήματα των τειχών ανοικοδομήθηκαν κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής με μία χαρακτηριστικής μορφής τοιχοποιία από αργούς λίθους και πλινθία.

Όπως φαίνεται από τις μαρτυρίες και από σχεδιαστικές απεικονίσεις του κάστρου σε έργα Ευρωπαίων περιηγητών, στις αρχές του 19ου αιώνα τμήματα του κάστρου είχαν ήδη ερειπωθεί, πράγμα που σημαίνει ότι αυτό είχε σε μεγάλο βαθμό χάσει την παλαιότερη σημασία του ως οχυρό. Παρά ταύτα, στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης το κάστρο έπαιξε αρκετά σημαντικό ρόλο. Το καλοκαίρι του 1821, κατά την προέλαση του Ομέρ Βρυώνη εναντίον της ξεσηκωμένης Λιβαδειάς, χίλιοι περίπου επαναστάτες κατέφυγαν στο κάστρο και αμύνθηκαν εκεί για δεκαεφτά μέρες.

Νεώτεροι χρόνοι

Η απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Τουρκικό ζυγό το 1830 σήμανε την οριστική εγκατάλειψη του κάστρου που, καθώς έχασε πια εντελώς τη στρατιωτική του σημασία, πέρασε στο περιθώριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μοναδικό νέο κτίσμα του κάστρου στην περίοδο από το 1830 ως τις μέρες μας είναι ο ναός της Αγίας Σοφίας του τέλους του 19ου ή των αρχών του 20ου αι. Η εγκατάλειψη οδήγησε στην ερείπωση και την καταστροφή μεγάλων τμημάτων των οχυρώσεων. Στις καταστροφές από το χρόνο και από θεομηνίες, όπως ο ισχυρός σεισμός του 1894, προστέθηκαν η λιθολόγηση των ερειπίων για την προμήθεια έτοιμου οικοδομικού υλικού και, σε μικρότερο βαθμό οι καταστροφές για χάρη αρχαιολογικών ερευνών (!) που αποσκοπούν κυρίως στον εντοπισμό του Μαντείου του Τροφωνίου.

Τις τελευταίες αυτές καταστροφές στηλιτεύει ο Καταλανός ιστορικός Rubio y Lluch, ένας από τους πρώτους μελετητές του κάστρου, το οποίο από τα τέλη ήδη του 19ου αιώνα, γίνεται αντικείμενο αρκετών επιστημονικών ερευνών, στα πλαίσια του αυξανόμενου ενδιαφέροντος για τη μεσαιωνική ιστορία. Στη δεκαετία του 1960 έγιναν σημαντικές εργασίες στερέωσης ετοιμόρροπων τμημάτων των οχυρώσεων ή ανοικοδόμησης άλλων τελείως κατεστραμμένων από την Αρχαιολογική Υπηρεσία υπό την εποπτεία του Π. Λαζαρίδη. Καταβάλλεται έτσι προσπάθεια να γίνει το κάστρο, που από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια έχει πυκνά δενδροφυτευθεί, επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος. Προς την κατεύθυνση αυτή έγιναν μεταξύ των ετών 1993 και 1995 από το Δήμο Λεβαδέων υπό την εποπτεία της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και οι εργασίες αποκατάστασης και ένταξης χρήσεων στις οχυρώσεις της βορειοανατολικής γωνίας.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία

Η μεσαιωνική Λιβαδειά αναπτύχθηκε σε βραχώδη λόφο που ορθώνεται πάνω από το φαράγγι της Έρκυνας και είναι φυσικά οχυρός και απροσπέλαστος από τα νότια και τα ανατολικά, με μόνη πρόσβαση από τα βορειοανατολικά. Κατηφορίζει αρκετά απότομα προς την σημερινή πόλη, πάνω από την οποία υψώνεται περίπου150 μ. Το κάστρο έχει σχήμα τριγωνικό με έκταση περίπου 20 στρέμματα.

Διακρίνονται τρεις περίβολοι που απλώνονται σε βαθμίδες στη βόρεια πλευρά του βράχου. Ο πρώτος περίβολος ήταν ο ευρύς περίβολος της μεσαιωνικής πόλης, ο δεύτερος του φρουρίου στην κορυφή και ο τρίτος περιέκλειε την κατοικία του διοικητή στο ισχυρότερο σημείο του λόφου.

Για να εισέλθει κάποιος στον πρώτο περίβολο περνάει πρώτα από την πύλη του προτειχίσματος και μετά συναντά την πύλη του περιβόλου μετά από συνεχείς στροφές, συνηθισμένη μεσαιωνική πρακτική, που επαναλαμβάνεται και στην πύλη του δεύτερου περιβόλου.

Όλες οι πύλες που σώζονται στο κάστρο (οχύρωμα, πρώτος και δεύτερος περίβολος) είναι απλά ανοίγματα στο τείχος, που καλύπτονται με ημικυλινδρικές καμάρες από λαξευτούς πωρόλιθους και διατηρούν στοιχεία όπως τα κατώφλια, οι εσοχές για την προσαρμογή της πόρτας, οπές για τις αμπάρες που θα ασφάλιζαν εσωτερικά τα φύλλα της πόρτας κλπ. Δίπλα τους υπάρχουν πύργοι για την ενίσχυση της άμυνάς τους.

Πρώτος-εξωτερικός περίβολος

Το τείχος του πρώτου περιβόλου διατηρείται σε μεγάλο βαθμό. Πρόκειται για ένα κατακόρυφο τείχος με ευθύγραμμα τμήματα, που ενισχύεται με ορθογώνιους πύργους και εσωτερικά διασώζει τμήμα του περιδρόμου, του διαδρόμου δηλαδή κίνησης των αμυνόμενων. Η τοιχοποιία του είναι χαρακτηριστική, με αδρούς κατεργασμένους λίθους σε σειρές και άφθονα σπασμένα κεραμίδια στους αρμούς. Το πάχος του είναι 1,70-1,80μ.

Ιδιαίτερα εντυπωσιακό ως προς το μέγεθος είναι το ανατολικό τμήμα του περιβόλου που καλύπτει μία μεγάλη κατηφορική πλαγιά και φτάνει μέχρι το φαράγγι της Έρκυνας και τις πηγές της Κρύας. Το τείχος διατηρείται σε πολλά σημεία μέχρι και τις ορθογώνιες επάλξεις. Το τμήμα αυτό απολήγει στο ανατολικό του άκρο σε ογκώδη ορθογώνιο πύργο, ακριβώς στην είσοδο στο φαράγγι της Έρκυνας.

Ο πύργος αυτός έχει διαστάσεις περ. 8,50✖15μ. και ύψος 12μ., με ελάχιστα ανοίγματα. Η βάση του είναι κτισμένη από μεγάλους λαξευτούς αρχαίους δόμους και ανήκει πιθανόν σε παλαιότερο κτήριο. Τα ανώτερα τμήματα ακολουθούν την τοιχοποιία του περιβόλου και σε διάφορες στάθμες ανοίγονται τοξοθυρίδες. Στο εσωτερικό του διαμορφώνεται στο άνω τμήμα ένα δωμάτιο, το οποίο πιθανόν περιβαλλόταν από ξύλινο εξώστη.

Από το δωμάτιο στο εσωτερικό του πύργου ξεκινά κτιστή σκάλα που φθάνει τρεις ορόφους χαμηλότερα μέχρι την βάση του, όπου υπήρχε πηγή του ποταμού. Ο βασικός λόγος για τον οποίο κατασκευάστηκε ο πύργος και πιθανόν και το τείχος που απολήγει εδώ, ήταν καταρχήν η ανάγκη να διασφαλισθεί η προμήθεια νερού και ακολούθως να ελεγχθεί η πρόσβαση στο φαράγγι. Η προμήθεια νερού υπήρξε διαχρονικά κρίσιμος παράγοντας για την άμυνα μίας οχύρωσης. Στα περισσότερα μικρά κάστρα, η λύση ήταν οι δεξαμενές που μάζευαν το νερό της βροχής. Σε ένα μεγάλο όμως οχυρωμένο οικισμό, η πρόσβαση σε πηγή νερού ήταν κεφαλαιώδους σημασίας.

Στο εσωτερικό του πρώτου περιβόλου σήμερα δεν διατηρούνται κτήρια. Είναι όμως βέβαιο ότι εδώ βρισκόταν η καταλανική πόλη της Λιβαδειάς, ενώ την εποχή της Τουρκοκρατίας ο οικισμός αναπτύχθηκε και στην περιοχή έξω από τα τείχη.

Δεύτερος περίβολος

Ο δεύτερος περίβολος, το φρούριο της πόλης, προς την πλευρά του οικισμού από όπου έχει πρόσβαση, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός με ένα ισχυρό τείχος που προστατεύεται από τρεις ορθογώνιους πύργους. Και εδώ η πύλη ανοίγεται στα πλευρά πύργου, ενώ εξωτερικά της διαμορφώνεται μικρό προτείχισμα (barbican).

Το τείχος του εσωτερικού περιβόλου έχει πάχος 1,20-1,50μ και τοιχοποιία παρόμοια με εκείνη του εξωτερικού περιβόλου της πόλης. Σώζεται μέχρι τις επάλξεις σε πολλά σημεία, αλλά πουθενά δεν παρατηρούνται τοξοθυρίδες αντίστοιχες με εκείνες του πρώτου περιβόλου. Το πιο εντυπωσιακό τμήμα του φρουρίου είναι ο μεγάλος πύργος δίπλα στην δεύτερη πύλη, με πλευρά 8,70μ. Η είσοδος στον πύργο βρίσκεται στο επίπεδο του ορόφου και η πρόσβαση γίνεται από τον περίδρομο του τείχους, από όπου μπορούσε κάποιος να κατέβει στο ισόγειο ή να ανέβει προς το δώμα μέσω –προφανώς– ξύλινων κλιμάκων.

Στην νοτιοανατολική πλευρά, οι βράχοι έξω από το τείχος δημιουργούν ένα μικρό πλάτωμα το οποίο έχει τειχιστεί κάπως αυτόνομα από το υπόλοιπο κάστρο.

Το μοναδικό κτήριο που διατηρείται σήμερα μέσα στον δεύτερο περίβολο είναι ένα μικρό διώροφο οικοδόμημα, ο όροφος του οποίου στεγάζει την εκκλησία της Αγίας Σοφίας, ενώ το ισόγειο την εκκλησία της Αγίας Βαρβάρας. Παλαιότεροι ερευνητές έψαξαν να βρουν εδώ την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που στέγαζε την εποχή των Καταλανών την κεφαλή του Αγίου (δεν το βρήκαν).

Τρίτος περίβολος-Ακρόπολη

Η κορυφή του λόφου καταλαμβάνεται από ένα τελευταίο εσωτερικό κάστρο, σχεδόν τριγωνικό σε κάτοψη, στο οποίο δεσπόζει ένας κεντρικός πύργος. Πρόκειται για το τελευταίο καταφύγιο των αμυνομένων, το donjon-ακροπύργιο του κάστρου, έδρα προφανώς του διοικητή του. Τα τείχη του τρίτου αυτού περιβόλου έχουν καταστραφεί και διατηρούνται μόνο στο κατώτερο τμήμα τους. Το ακροπύργιο έχει μήκος πλευράς 7 μ., και η είσοδός του θα ήταν στον όροφο που δεν διασώζεται σήμερα.

Πηγές

  • Ιστοσελίδα Δήμου Λεβαδέων - Το κάστρο
  • Στοιχεία και πληροφορίες απέστειλε o κ. Χαράλαμπος Σ. Σανιδάς πτυχ. Τοπογράφος Μηχανικός Δ/νση Τεχνικών Υπηρεσιών Δήμου Λεβαδέων (από τον οποίο προέρχεται και το σχέδιο της κάτοψης)
  • Νίκος Δ. Κοντογιάννης, «Ανιχνεύοντας την Καταλανική Βοιωτία», Η Καταλανο-Αραγωνική Κυριαρχία στον Ελληνικό Χώρο, Αθήνα 2012, σελ 67-109.

Αφήστε το σχόλιό σας

Add a New Comment
or Sign in as Wikidot user
(will not be published)
- +
Unless otherwise stated, the content of this page is licensed under Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 License