Ο κ. Ιερώνυμος (κατά κόσμον Ιωάννης Λιάπης), γεννήθηκε στα Οινόφυτα Βοιωτίας το 1938. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής (Τμήμα Αρχαιολογίας) και της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και διετέλεσε υπότροφος του Ι.Κ.Υ. (1ος σε πανελλαδική κλίμακα) στις βυζαντινές σπουδές. Μετέβη για μεταπτυχιακές σπουδές στο Gratz Αυστρίας και στο Regensburg και το Μόναχο της Γερμανίας.
Εργάσθηκε ως πανεπιστημιακός βοηθός στην Αρχαιολογική Εταιρεία στην Αθήνα δίπλα στον Ορλάνδο και ως φιλόλογος στη Λεόντειο Σχολή της Νέας Σμύρνης, στο 9ο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αθηνών, καθώς και στο Γυμνάσιο της Αυλώνος. Εγκατέλειψε την πανεπιστημιακή του καριέρα μετά την ένταξή του στον ιερό κλήρο.
Χειροτονήθηκε το 1967 διάκονος και πρεσβύτερος. Υπηρέτησε ως Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών & Λεβαδείας (1967-1978), ως Ηγούμενος των Ιερών Μονών Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Σαγματά (1971-1977) και του Οσίου Λουκά (1977-1981), ως Γραμματεύς και κατόπιν Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (1978-1981). Το 1981 εξελέγη παμψηφεί και χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Θηβών & Λεβαδείας. Συμμετείχε στις Επιτροπές Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως, Εκκλησιαστικής Περιουσίας, Σχέσεων Εκκλησίας-Πολιτείας, Υποτροφιών και εργάστηκε ως Αντιπρόεδρος του Ραδιοφωνικού Σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος. Υπήρξε μέλος μεικτών επιτροπών Πολιτείας και Εκκλησίας για την μελέτη θεμάτων για την μοναστη-ριακή περιουσία (1986-1998) και την εκκλησιαστική εκπαίδευση (1986-1998) και Πρόεδρος της επιτροπής Διαλόγου Κοινωνίας-Εκκλησίας (2005-2007). Διεκδίκησε το 1998 τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, όταν εξελέγη ο μακαριστός Χριστόδουλος.
Τάχθηκε κατά των λαοσυνάξεων για το θέμα των ταυτοτήτων το 2001, ενώ διαφορετική στάση σε σύγκριση με την πλειονότητα των μητροπολιτών κράτησε στα τέλη του 2006 και στις αρχές του 2007 όταν παρ΄ ολίγον να επαναληφθεί σύγκρουση Φαναρίου- Ελλαδικής Εκκλησίας για την Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη.
Η συντριπτική πλειοψηφία των κληρικών της Μητροπόλεώς του (82 στους 110) είναι πτυχιούχοι θεολογίας η διαθέτουν παράλληλα και δεύτερο πτυχίο (φιλόλογοι, αρχιτέκτονες, ιατροί, γεωπόνοι, παλαιογράφοι, καθηγητές πληροφορικής, διδάσκαλοι, οικονομικών επιστημών κ.α). Σε αυτούς συγκαταλέγονται ένας τακτικός καθηγητής της θεολογίας, ένας λέκτορας της θεολογίας, τρεις διδάκτορες και πέντε μεταπτυχιακοί υποψήφιοι διδάκτορες, με αποτέλεσμα να είναι η πρώτη Μητρόπολη στην Εκκλησία της Ελλάδος που διαθέτει κληρικούς με τόσο υψηλό μορφωτικό επίπεδο.
Με την ανύστακτη φροντίδα του και το ενδιαφέρον του αναπαλαιώθηκαν, επανδρώθηκαν και λειτουργούν έξι ανδρικές Ιερές Μονές (σύνολο Μοναχών 45) και δεκαεπτά γυναικείες (σύνολο Μοναχών 110). Ανάμεσα στις Μονές αυτές συγκαταλέγονται οι ιστορικές Μονές του Οσίου Λουκά, Σαγματά, Οσίου Σεραφείμ, Μακαριωτίσσης, Ευαγγελιστρίας, και Ιερουσαλήμ.
Στο κοινωνικό του έργο ξεχωρίζουν η δημιουργία: οικοτροφείων, ορφανοτροφείου με μορφή ανάδοχης οικογένειας (Θήβα), Στέγες Ηλικιωμένων (Θήβα, Λιβαδειά), Κέντρου Επανένταξης Ψυχικώς Πασχόντων (Λιβαδειά), του Εκπαιδευτηρίου Δημιουργικής Απασχόλησης Παίδων με Ειδικές Ανάγκες σε συνεργασία με άλλους φορείς του Νομού (Λιβαδειά), του Κέντρου Πρόληψης για τα ναρκωτικά (Λιβαδειά), Συσσίτια Απόρων συμπεριλαμβανομένων και οικονομικών μεταναστών (Θήβα), Συμβουλευτικούς Σταθμούς (Θήβα), Κέντρο Ιστορικών και Αρχαιολογικών Ερευνών (Ζάλτσα-Ιερά Μονή Λυκούρεση), ενώ ως πρώην εκπαιδευτικός έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη σχέση με την εκπαιδευτική κοινότητα της Βοιωτίας.
Στη Μητρόπολή του φρόντισε περαιτέρω για την δημιουργία και λειτουργία ενοριακών πνευματικών κέντρων, κέντρων νεότητας στις περισσότερες των ενοριών της Μητροπόλεώς του καθώς και προτύπων κατασκηνωτικών εγκαταστάσεων στο Παρνασσό. Με πρωτοβουλία του ιδρύθηκε και λειτουργεί το Κέντρο Ερευνών της Ιστορίας και του Πολιτισμού της Βοιωτίας, το οποίο συνεργάζεται με τα Πανεπιστήμια του Durham, Cambridge.
Με την ανύστακτη φροντίδα του και το ενδιαφέρον του αναπαλαιώθηκαν, επανδρώθηκαν και λειτουργούν έξι ανδρικές Ιερές Μονές (σύνολο Μοναχών 45) και δεκαεπτά γυναικείες (σύνολο Μοναχών 110). Ανάμεσα στις Μονές αυτές συγκαταλέγονται οι ιστορικές Μονές του Οσίου Λουκά, Σαγματά, Οσίου Σεραφείμ, Μακαριωτίσσης, Ευαγγελιστρίας, και Ιερουσαλήμ.
Στο Συνεδριακό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως στην Αλίαρτο Βοιωτίας, κοντά στην Ιερά Μονή Ευαγγελιστρίας, διεξάγονται κατά καιρούς διάφορα συνέδρια. Έχει ξεκινήσει συνεργασία με το τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου ήδη έχουν υλοποιηθεί τρεις κύκλοι μεταπτυχιακών σπουδών σχετικά με το περιβάλλον, γίνεται προσπάθεια να δημιουργηθεί Ερευνητικό Κέντρο για το περιβάλλον στην υπο ανακαίνηση Ιερά Μονή Ταξιαρχών (Δομβραίνα).
Πρωτοστάτησε για την δημιουργία -στην γενέτειρά του, στα Οινόφυτα- του Κέντρου Ευαισθητοποιήσεως Πληθυσμού σε θέματα περιβάλλοντος και οικονομικών μεταναστών.
Οι αγώνες του και η συνεχής επαγρύπνησή του είχαν ως αποτέλεσμα: α) την ματαίωση των σχεδίων των μαρτύρων του Ιεχωβά για την λειτουργία διεθνούς χιλιαστικού κέντρου στην επαρχία του και β) την αξιοποίηση των εγκαταστάσεών του για τη λειτουργία Εθνικού Κέντρου Απεξάρτησης.
Για την συμβολή του στο φιλανθρωπικό έργο της Μητροπόλεώς του που σχετίζεται με την υγεία τιμήθηκε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Κραϊόβας στη Ρουμανία με την απονομή του τίτλου του επιτίμου Διδάκτορα του εκεί Πανεπιστημίου. Επίσης είναι Πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας (ΕΛΙΚΑΡ).
Εργογραφία
Στο συγγραφικό του έργο συγκαταλέγονται πολλά άρθρα, μελέτες και βιβλία θεολογικού, κοινωνικού και ιστορικού περιεχομένου, εκ των οποίων αυτό με τον τίτλο "Μεσαιωνικά Μνημεία της Ευβοίας" βραβεύθηκε το 1970 με πρώτο βραβείο από την Ακαδημία Αθηνών.
Το 1992 εξέδωσε το βιβλίο "Οι εγκαταστάσεις των Χιλιαστών στην Βοιωτία ή Πώς ξεπουλιέται η Ελλάδα",
ενώ το 2005 εξέδωσε τον πρώτο τόμο της τρίτομης σειράς «Χριστιανική Βοιωτία» που αναφέρεται στην εμφάνιση του χριστιανισμού στη Βοιωτία.